Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΗΣ ΜΑΝΗΣ










Στη Φώτο η Πολυτίμη (Πετρού) η Μαντουβαλίνα απο τη Κοίτα  και ως κοπέλα απο το ψίο.

Παγκόσμια ημέρα της Γυναίκας σήμερα και ειναι μια ευκαιρία να αποτίσουμε φόρο τιμής σε αυτό το πλάσμα που μας συγκινούσε και μας συγκινει περισσότερο σε αυτόν τον Τοπο...Τη Γυναικα της Μανης!

Μάνα, αδερφή, σύζυγος, γιαγιά, ερωμένη, φίλη. Από όποια σκοπιά και να το δούμε η γυναίκα ήταν κ είναι το άλφα και το ωμέγα της ζωής μας. Είναι τόσο σημαντικός ο τρόπος που επηρρεάσε και επηρρεαζει τις ζωές μας, τόσο μοναδικός που αν δεν υπήρχε αυτή δεν θα είχαμε και εμεις λόγω ύπαρξης...
Η δύναμη της τεράστια. Τα ψυχικά της αποθέματα επίσης. Ο ρόλος της? Καταλυτικός. Μια γυναίκα μας φέρνει στον κόσμο, μια γυναίκα μας δίνει την πρώτη τροφή, μας μεγαλώνει, μας μαθαίνει τα πρώτα μας βήματα, μας αγαπάει, μας εκνευρίζει, μας συγχωρεί, μας κάνει να αισθανόμαστε υπέροχα αλλά και άσχημα. Η ψυχή της μιά άβυσσος! Όλα απ'αυτήν ξεκινούσανε...και το απ'το δικό της χάδι, μόνο, γαληνεύανε!
Η γυναίκα... Αυτή.. Η ΜΑΝΙΑΤΙΣΣΑ που πάλεψε σε δυσκολες εποχες για την οικογενεια της, αυτή που κέρδισε με το σπαθί(δρεπανι) της, την θέση που της αρμόζε σε μια Πατριαρχικη κοινωνία από άντρες για...άντρες,Που όμως ποτέ δεν ήταν έτσι, στην πραγματικότητα ηταν Μόνο Μητριαρχικη.
Αυτή... που υπομένε, που εργάζοταν σκληρά, που εκλαίγε, που αισθάνοταν, που εκανε οικογένεια και αφοσιωνοταν σε αυτήν, που τσακώνοταν, που εκδικείτω,που Μοιρολογουσε,που έδινε την ευχη της αλλα και τη Καταρα της, που δεν ξεχνουσε αλλά συγχωρουσε.Ειλικρινείς, θρασείς, ντόμπρες, δεν ξέρανε απο διπλωματία, δεν μασάγανε τα λόγια τους.
Μανιατοπούλα 12 χρόνων αλέθει στο χερομύλο..Είναι η Παναγιώτα Ι. Μιχαλακάκου (Νύφι).Φωτο Γιάννη Βουρλίτη, 1970.
Η Αθώα αρχοντική ομορφιά σε όλο της το Μεγαλείο!!
!

Η Γυναίκα της Μάνης!
ΜΑΝΙΑΤΙΣΣΑ Γυναίκα λεβεντόκορμη – μελαχροινή σταράτη, περήφανη και λυγερή φιλότιμο γεμάτη. Με μάτια π’ αστραποβολούν με χείλη που χορταίνουν, με φυλλοκάρδια π’ αγαπούν με χέρια που δουλεύουν, Με περηφάνια, με τιμή, με δόξα ζυμωμένη κι’ αντάμα με τη λευτεριά λεβεντογεννημένη. Αυτ’ είναι η Μανιάτισσα που κατοικεί στη Μάνη, και νίκησε τον Ιμπραήμ με όπλο το δρεπάνι!
“Εγώ είμ’ η Βέργα τ’ Αλμυρού
κι όσα με βρούσι τα μπορού
τ’ έχου κοιλιά τη πιθαρός
κι όλα τα κάνου χαραμπό
Σ’τα ρίχνου και στη θάλασσα!...
«Σ’ όλες τις κρίσιμες ανθρώπινες ώρες, τότε που χρειάζεται να παρθεί μια ανέκκλητη απόφαση, για τη ζωή και για το θάνατο, για ό,τι ονομάζουμε τιμή και ντροπή, η Μανιάτισσα όσο και να φορούσε γυναικεία, σκεφτότανε και φερνότανε σα να ‘κρυβε μέσα της έναν άντρα. Δε φοβότανε τη μεγάλη ευθύνη, ούτε περιόριζε το ενδιαφέρον της σε ό,τι θα την εξυπηρετούσε πρακτικά. Ξεπερνώντας το δεδομένο της φτώχειας της, που θα τσάκιζε, θα ταπείνωνε κάθε άλλη, εκείνη, με το να μάθει από τη μάνα της, κι από τη μάνα της μάνας της κι απ’ όλες τις γριές της γενιάς της να χρησιμοποιεί στις ριζικές να πούμε αξιολογήσεις της άλλα κριτήρια, σε τίποτε δεν εμποδιζότανε να νιώθει περηφάνεια για τη θέση της κοντά στους άλλους, έστω κι αν φόραγε ένα πάμφτηνο πολυμεταχειρισμένο φουστάνι, κι αν έτρωγε ένα ξερό κομμάτι ψωμί. Αλλού τοποθετούσε την αξία. Η Μανιάτισσα ήταν η κλώσσα του πατροπαράδοτου ήθους, ο θεματοφύλακας, ένα πρόσωπο που με το να στέκεται πιο κοντά στην παιδική ηλικία, έπαιρνε και διεβίβαζε ασφαλέστερα τα “προστάγματα” σ’ όλο το σόι, από τη μια γενιά στην άλλη γενιά. O άντρας σκότωνε, σκοτωνότανε, φυγοδικούσε, πήγαινε χρόνια στη φυλακή, στο Παλαμήδι, στη Στενή του Μιλτιάδη, στο Νιόκαστρο. Πήγαινε στην Κρήτη να πολεμήσει και δεν εγύριζε. Η γυναίκα έπρεπε να μείνει στο ποδάρι του, να πάρει το τιμόνι. Κι αν σκότωσαν τον άντρας της, να μεγαλώσει τα παιδιά με τον ιδρώτα της, με την ψυχή στο στόμα, με ξένα μεροκάματα στο “Έλος και στο Ντουραλή”, και να κρατήσει μέσα στην καρδιά της αναμμένο πάντα το κάρβουνο του γδικιωμού που για τα ήθη εκείνης της εποχής εσυμβόλιζε την κάθαρση, αποτελούσε τον ύψιστο νόμο. Αυτές οι Μανιάτισσες, που λαχταρούσαν όλες από τα κοριτσίστικα χρόνια τους τις αντρίκιες πράξεις, οι γριές ιδίως Μανιάτισσες, οι “κυράδες”, οι στεγνές, οι λιανές οι “ξερές φραγκοσυκιές” όπως παρομοιάζουν οι ίδιες τον εαυτό τους - η Λιου, η Πετρού, η Δημητρού, η Λυγορού, η Σταυριανού, η Κυριάκαινα, η Κυριακούλαινα, η Καλαπόθαινα, η Καπετανόνυφη, η Κοσονόνυφη - είναι όλη η Μάνη. Με τους πόνους τους, με τα μοιρολόγια τους, με τα έργα τους, με τις ευκές τους, και με τις κατάρες τους, με την αλύγιστη πίστη τους σε ό,τι εκφράζει το χρέος και την τιμή.
Αυτή την αλύγιστη πίστη στο χρέος και στην τιμή, την έδειξαν στη μάχη του Διρού, τη δίδυμη αδερφή της μάχης της Βέργας, στον Αλμυρό» (Γ. Φτέρη).
Να το ιστορικό της - σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχει συγκεντρώσει ο ίδιος Μανιάτης ιστοριοδίφης, ο Δίκαιος Βαγιακάκος:
Ποιες ήταν εκείνη τη στιγμή οι αμυντικές δυνατότητες της Μάνης; Μας το λέει το περίφημο ιστορικό τραγούδι: “Η μάχη του Διρού”.
...Oι άντρες όλοι ελείπασι
τ’ ήταν στη Βέργα τ’ Αλμυρού
όπου Τρωάδα ο πόλεμος
επάαινε δυο μερόνυχτα.
Μόνο τα γυναικόπαιδα
και γέροντες ανώφελοι
γιατί ήτα θέρος βρέθηκαν
με τα δροπάνια στα λουριά...
Όλη η στρατιωτική επιχείρηση βρίσκεται τώρα στην αποφασιστική καμπή της. Κι αυτή ακριβώς τη στιγμή μπαίνουν στη μέση οι Μανιάτισσες με τα δρεπάνια τους για όπλα. Με τα δρεπάνια τις βλέπει να πολεμάνε ο Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης που ειδοποιημένος για την επίθεση έτρεξε με τα παλικάρια του στο Διρό.
Βλέπει γυναίκες να χερούν
με τα δρεπάνια που βαστούν
τους Αραπάδες να χτυπούν.
- Εύγε σας, ματαεύγε σας,
γυναίκες, άντρες γίνατε,
σαν αντρειωμένες κρούετε,
σαν Αμαζόνες μάχεστε!
Μέσα σ’ αυτό το χρονικό διάστημα, καθώς έφτασε στη Βέργα η πληροφορία ότι αποβιβάστηκαν Αιγύπτιοι στην καρδιά της Μάνης, ξεκινά γρήγορα ο Γεώργιος Μαυρομιχάλης με τρακόσους Μανιάτες κι έρχεται στο Διρό.
...Τότε κι’ εκείνη τη στιγμή
φτάσασι κι αναντιάξασι
τα παλληκάρια τ’ Αλμυρού
όπου τη νίκη εφέρνασι.
Η σύρραξη επάνω στα λουριά, επάνω στις λουρίδες των χωραφιών του Διρού, φτάνει στη μεγαλύτερη έντασή της. Oι αμυνόμενοι γίνονται παντού επιτιθέμενοι.
...κι εγίνη ξεσυνέριση
σ’ όλα τα Σπαρτιατόγγονα
ποίοι θα πάσι μπροστινοί.
O θάνατος στον πόλεμο θεωρείται από τη Μανιάτισσα μια διαβεβαίωση σπαρτιάτικης καταγωγής:
Μεις έχομε το φυσικό,
απ’ ακοή κι αγροικητά,
τ’ από τη Σπάρτη ήρθαμε.
Και στον Ταΰγετο ψηλά
το θρόνο στήνει η Λευτεριά.
Σκοτώθηκε στον πόλεμο,
εδιάη με δόξα και τιμή
τι έκαμε το καθήκο του.
Η Μάνα στα μοιρολόγια:
Πάψε άνεμε, πάψε καιρέ,
και πάψε τραμουντάνα,
να πάω ξανά στο σπίτι μου
να ιδώ το ποιος με κλαίει.
Να ιδώ αν με κλαιν οι φίλοι μου,
με κλαίνε οι δικοί μου.
Όπως με κλαίει η μάνα μου
Κανένας δε με κλαίει!
Μάνα, στροφή του χωραφιού
και κυπαρίσσι τ’ αγκρεμού!
Μάνα καμπάνα ρουσικιά
και τράπεζα βασιλικιά!
(Γ. Φτέρη)

                                                   Στον Μέζαπο,Γνεθοντας..

Στα τετρακόσια χρόνια της τούρκικης σκλαβιάς, τη Μάνη την πυρπολούσαν οι φλόγες ενός ασίγαστου πολέμου. Στη μεγάλη Ελληνική Επανάσταση του 1821, οι Μανιάτες με την πολεμική τους εμπειρία και με την αποδεδειγμένη ανδρεία τους, θα ενθαρρύνουν τους άλλους μαχητές, θα τους διδάξουν, θα τους βοηθήσουν, σαν αρχηγοί, αλλά και σαν απλοί αγωνιστές.
Η Μάνη θα μείνει ένα απόρθητο φρούριο και ο Γέρος του Μοριά θα πει στον Άμιλτον «... Εμείς συμβιβασμό ποτέ δεν κάναμε με τους Τούρκους. Άλλους έκοψε, άλλους σκλάβωσε με το σπαθί, και άλλοι, καθώς εμείς, εζούσαμε ελεύθεροι, από γενεά σε γενεά. Ο βασιλεύς μας εσκοτώθη, καμμιά συνθήκη δεν έκανε, η φρουρά του είχε παντοτεινό πόλεμο με τους Τούρκους και δυο φρούρια ήταν πάντοτε ανυπότακτα: η Μάνη και το Σούλι και τα βουνά» (Διήγησις συμβάντων της Ελληνικής Φυλής, 3ος τ. σελ. 150).
Σε μια τόσο μεγάλη και αδιάκοπη πάλη των Μανιατών, δίπλα στον άντρα, στον αδελφό, στον πατέρα, στο παιδί, παίρνανε μέρος πάντοτε και οι γυναίκες της Λακωνίας. Και πολλές χωρίς τους δικούς τους, γιατί λείπανε στη μάχη, μακριά. Και πολέμησαν με γενναιότητα απαράμιλλη. Με αυταπάρνηση: «Αι γυναίκες παρηκολούθουν τους άνδρες εις την μάχην, διατηρήσασαι τας αρετάς των αρχαίων Σπαρτιατισσών» (Ραφενέλ. Ιστορία των Νεωτέρων Χρόνων σελ. 102).
Και είναι χιλιάδες οι γυναίκες της Λακωνίας που πολεμώντας τους καταχτητές είτε με τα όπλα, είτε με τα ξύλα, είτε με τα δρεπάνια και τα κλαδευτήρια, βρήκαν ηρωικό θάνατο, γνωστές και άγνωστες στην Ιστορία. Γυναίκες, που τους φλόγισε το νου και την καρδιά η πίστη η τρανή, πως είχαν το δικαίωμα να ζουν ελεύθερες, και ότι για την ελευθερία κάθε άνθρωπος και τη ζωή του ακόμη έχει χρέος να προσφέρει.
Στην Καστανιά, στη Βέργα Αλμυρού, στο Διρό, στην Τσεσφίνα, στον Πολυάραβο, στο Βαλτέτσι, στην Τριπολιτσά, στα Τρίκορφα, στα Μοθωκόρωνα, στην Εύβοια, στο Πέτα, στην Κολτσουνα, στην Ανδρούβιστα, στις Κιτριές, στο Βρονταμά, στη Κρεμμαστή και σε τόσες άλλες μάχες πήραν μέρος γυναίκες της Λακωνίας. Και όπως ήταν επόμενο, πολλές σκοτώθηκαν πολεμώντας, πολλές αιχμαλωτίστικαν και πουλήθηκαν στα σκλαβοπάζαρα της Αιγύπτου.
Ας θυμηθούμε εδώ μερικά ονόματα τέτοιων ηρωίδων της Μάνης και της Λακωνίας, που διέσωσε η ιστορική ή η στοματική παράδοση και ας είναι αυτές οι μνήμες οι ιερές σαν το ελάχιστο δείγμα της μεγάλης ευγνωμοσύνης που οφείλουμε. Η Γερακάρη, η Κόρη του Παναγιώταρου Βενετσανάκη Μαρία, η Πανώρια Βοζίκη, η Αναειπόνυφη, η Ιωάννα Γιατράκου, η Πολυξένη Καβάκου·η Ελένη Λαμπροπούλου, η Δημητράκαινα Πικολάκαινα, η Σταυριάνα Σάββαινα, η Κωνσταντίνα Ζαχαριά,οι Μαντουβαλίτσε,οι Αντωνίτσες,οι Σασσαρίτσες,οι Κουρίτσες,οι Γεωργοπουλίτσες,οι Δρακουλίτσες,οι Σαλιχίτσες,οι Ριφουνίτσες, οι Ροζιάνισσες - Σταθιάνισσες, και ακολουθούν η Γραφάκαινα, η Διακουμάκαινα, η Καλοειδίνα, η Πατσουράκαινα, οι Ρουμελιώτισσες, η Ρογκάκαινα, η Μιχαήλαινα και τόσες άλλες, που σαν απόγονες των Αρχαίων Σπαρτιατισσών, αποδείχτηκαν αντάξιες του Ιστορικού τους χρέους.
Τέτοιες στάθηκαν οι γυναίκες της Λακωνίας στον αγώνα για την Ελευθερία. Και για να θυμηθούμε τα λόγια μιας από τις μεγάλες ηρωίδες της Λακωνίας της Σταυριάνας Σάββαινας: «Το στάδιον της πολεμικής δόξης είναι βέβαια κατά φυσικόν λόγον μόνον δια τους άνδρας, όταν όμως είναι λόγος περί σωτηρίας της Πατρίδος, όταν όλη σχεδόν η φύση συντρέχει προς υπεράσπισίν της αι γυναίκες της Ελλάδος έδειξαν πάντοτε, ότι έχουν καρδίαν να κινδυνεύουν συναγωνιζόμεναι ως οι άνδρες, ημπορούν να ωφελήσουν μεγάλως εις τας πλέον δεινάς περιστάσεις»».
πιο παραστατικά παρουσιάζει τις εργασίες της Μανιάτισσας ο Νηφάκος στο παλιό εκείνο ποίημά του της Μάνης.
Νερό δεν βγαίνει πούπετα σ’ όλη τη Μέσα Μάνη
Καρπό κουκία μοναχά και ξεροκρίθι κάνει
Αυτά γυναίκες σπέρνουνε, γυναίκες τα θερίζουν
Γυναίκες με τα πόδια τους γυμνά τα αλωνίζουν
Γυναίκες με τα χέρια τους μονάχες τα λιχνίζουν
Γυναίκες με τη ράχη τους γυμνές τα κουβαλούσι
Τη νύχτα το χερόμυλο γυρίζουνε κι’ αλέθουν
Και κόβουν τα κριθάρια τους και μοιρολόγια λέγουν
Οι γυναίκες της Μάνης με τα μαύρα που έχουν νανουριστεί με μοιρολόγια...
Ο θάνατος το οικείο τους σπίτι, η τιμή, η υπερηφάνεια τους, η μοναδική ύψιστη αξία, πάνω απο θεούς και δαίμονες, ακόμα και πάνω απο τον έρωτα στέκει. Η γυναίκα της Μάνης προορίζεται να γίνει Μάνα και μάλιστα “ανδροπλάστρα”.
Τα κοριτσια δε λογίζονταν στη Μάνη για παιδιά.
Μόνο έτσι μπορούσανε να ξεπεράσουνε το σύμπλεγμα που τις διακατέχει ότι δεν γεννηθήκανε άντρας και να τις σεβαστεί η Μανιάτικη κοινωνία. Γνωρίζανε απο την κούνια τους ότι δεν ήτανε αυτό που περιμένανε, ότι δεν ήτανε αυτό που θέλανε και αυτή η άρνηση μπορεί να οδηγήσει σε δύο δρόμους, είτε στο να δεχτούν την κατωτερότητά τους και να σκύψουν το κεφάλι είτε στο να ταχθούν λαι αποδείξουν σε όλους μα πάνω απ΄όλα στον ίδιο τους τον εαυτό ότι είναι ισότιμες, ισόψυχες του ανδρός και μη πω και καλύτερες απο κάποιους υποτιθέμενους άντρες.
Αυτον τον δευτερο δρόμο επιλέγουν οι περισσότερες γυναικες της Μανης, οι οποίες στο δρόμο για την κατάκτηση της αποδοχής γίνονται πολύ σκληρές και αυταρχικές όχι μόνο με τους άλλους, γονείς, αντρα, παιδιά αλλά βασικά και κύρια με τον ίδιο τους τον εαυτό.
Μερικές φορές νοιώθω η καρδιά της Μανιάτισσας είναι σκληρή σαν το Μανιάτικο, πέτρινο τοπίο και μόνο ο γιος της μπορεί να της απαλύνει το βαθύτερο πόνο απόρριψης που κουβαλάει.
Κλασικές λοιπόν αγορομάνες δίνουν ακόμα και τη ψυχη τους , για τα βλαστάρια τους τα οποία θεωρούν αποκλειστικά δικά τους μέχρι τα βαθειά γεράματα.
Οι Μανιάτισσες γυναίκες λατρεύουν την ισχύ και τη δύναμη, όχι τόσο το χρήμα, όσο την πολιτική δύναμη και την πνευματική υπεροχή, η οποία ξέρουν ότι θα τις βοηθήσει να επιβληθούν στην κοινωνία. Φαινομενικά στις Μανιάτικες οικογένειες τον πρώτο λόγο τον έχει ο άντρας, ο σκληρός, ο βίαιος, ο εγωιστής.
Ουσιαστικά όμως η ψυχή και η κατάρα του σπιτιού είναι η Μανιάτισσα γυναίκα. Παθιάζεται και μπορεί να οδηγήσει ακόμα και στον τάφο τα παιδιά της (τα όπλα της) αν νοιώσει ότι θίγεται η υπόληψη και η τιμή της φατρείας.
                                                       Μανιάτισσα με τον κορώνα της!

Σκληρες γυναίκες σχεδόν απάνθρωπες, ξέρετε γιατί; Γιατί τα πρέπει και οι κοινωνικές συμβάσεις έχουν κατακρεουργήσει τη γυναικεία τους φύση, είναι τόσα τα συμπλέγματα που κουβαλάνε, που ξεχνάνε ότι είναι γυναίκες με πάθη και πόθους, αρνούνται να τα δουν και αρρωσταίνουν..
Γενναίες με ιδανικά και αξίες, λατρεύουν την πατρίδα τους, την ιστορία τους, είναι περήφανες για την καταγωγή τους. Όλα αυτά όμως είναι ετοιμες να τα ποδοπατήσουν αν δουν ότι θίγεται η οικογένειά τους.
Ειλικρινείς, θρασείς, ντόμπρες, δεν ξέρουν απο διπλωματία, δεν μασάνε τα λόγια τους. Η αυτοδικία είναι η μοναδική λύση που καθαίρει τη ψυχή τους όταν θιχτεί η φατρεία.
Ασκωντας ετσι μια επισφαλη ισορροπια αναμεσα στη ζωη και στον θανατο, οι γυναικες της Μανης ειναι περισσότερο Διονυσιακές, κυλάει η μέθη στο αίμα τους, τις παθιάζει και τις τυφλώνει.
Αντί να την εκτονώσουν δημιουργικά και να ισορροπήσουν με το Απολλώνιο στοιχειο, μεθούν τόσο πολύ απο τις αγάπες και τα μίση τους που οδηγούνται τόσο στην αυτοκαταστροφή όσο και στη καταστροφή των άλλων.
Ολα αυτά που γονιδιακά σχεδόν αρχετυπικά περνούν μέσα στα κύτταρά μας, θέλει πολύ προσπάθεια για να τα ισορροπήσεις, ώστε ο Διόνυσος να συνυπάρξει με τον Απόλλωνα, το ασπρο με το μαύρο, το φως με το σκοτάδι…
Ισως βέβαια να μη θέλουνε να τα ισορροπήσουνε γιατί εντέλει πιστεύω ότι πολύ τους αρέσει που παθιαζόνται και νοιώθουνε έντονα τόσο τον πόνο όσο και τον έρωτα.
Δες το μανιατικο μοιρολόι, φωνάζουν, πέφτουν στα πατώματα, Τραβάνε τα μαλλιά, μπήγουν νυχιές στο πρόσωπό τους και έτσι εκτονώνουν τον πόνο τους, δε γίνεται σαράκι να τις φάει και συνεχίζουν.
Κασσιανη (Αχιανή) Μ.Γεωργοπούλου απο Κάτω Γαρδενίτσα βγάζει νερό απο τη Στέρνα του παλιου Λιοτριβειου του πατερα της με το συγκλάκι.1999


Μου λείπουν αυτές Γυναίκες αυτές οι "ηρωίδες" της Μανης.φεύγουνε σιγα σιγα σχεδόν όλες,αφού ο κύκλος της ζωής έτσι ορίζει...Περνούσες απο τις ρούγες των χωριών της Μέσα Μάνης και καθόντουσαν μαζεμένες.Είχαν την περιέργεια να μάθουν ποιανού είσαι,πως σε λένε και προσπαθούσαν να σε ξεψαχνίσουν..όχι από μοβορία αλλα ήθελαν να κουβεντιάσουνε μαζί σου ίσως και μετά να κουτσομπολέψουνε λίγο..αλλα μέχρι εκεί..Τις άκουγες να  σου μιλάνε για τα προσωπικά βιώματα τους μέσα στη ζωή και πολλές φορές σε αρμούνεύανε και καθόμασταν και ακούγαμε τις Διαφορες ιστορίες τους(πως μεγαλωσανε,πως παντρευτηκανε,για τη πρώτη νύχτα του γάμου,για το νοικοκυριό τους,για παιδικά τους χρονια )  από αυτές τις υπέροχες και αληθινές Στο λόγο γυναίκες.Ιστοριες ζωης με φτώχεια και κακουχίες,με βεντέτες,με πολέμους και εμφύλιο.Όλες είχαν να σου διηγηθούν και να σου μάθουν κάτι,άλωστε είχαν περάσει τόσα πολλά σε πολύ δύσκολα χρόνια για τη Μάνη.Φεύγοντας από τη ρουγα (αφού πρώτα όλο και κάτι θα σε είχαν φυλέψει) έπαιρνες μαζί σου για πάντα όλα αυτά που σου είπανε αυτές οι Πανέξυπνες γυναίκες που οι περισσότερες ούτε γράμματα δεν ήξεραν.Όλες είχαν κάτι να σου μάθουν,ειχαν περάσει τόσα!Φορουσανε όλες τους Μαύρα τσεμπερια πενθόντας μέχρι το τέλος τους κάποιο αγαπημένο τους πρόσωπο.Μοιρολογιστρες οι περισσότερες που οι στίχοι έβγαιναν βαθιά από μέσα τους αυθόρμητα και αληθινά.Επαιρνες βαθεια χαραγμένη μέσα σου την ψυχή τους.!
                                         Γερόντισσες στην Κοίτα εχουνε κάνει ρουγα.
Η Γιώργενα  συζ: Γεώργιου Κοντάκου, Η  κατσουλόνυφι  συζ: Δήμου Κατσουλακου .,Η Δήμου συζ: Δήμου Κοντάκου.Οι Κοντάκου ήταν δες και η τρεις ήταν χείρες από μικρή ηλικία..


Μανιάτισσα με τη ρόκα και το αδράχτι γνέθει το μαλλί στη Κοίτα. 1935.
(Το αδράχτι είναι ένα ξύλινο εργαλείο, που έβαζαν το μαλλί, που έπαιρναν από τα πρόβατα)


ΡΟΥΓΑ ΣΤΗ ΝΟΜΙΑ
ΦΩΤΟ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΟΥΡΛΙΤΗΣ ,ΕΙΚΟΝΟΒΙΒΛΟΣ ΤΗΣ ΜΑΝΗΣΕΚΔΟΣΗ,ΑΔΟΥΛΩΤΗ ΜΑΝΗ Η δευτερη από αριστερά είναι η Σταυρουλα Πατσουρου το γενος Μαριολη (Ποταινα).




                                                Κασσιανη(Αχιανή) Γεωργοπούλου απο τη Κάτω Γαρδενίτσα
                                                Αρχείο Ν.(Γιαννη)Μπεκάκου γιός της Αδερφής της Ευγενιας Γεωργοπούλου



                                       Μανιατισσα στο χωράφι με τη κουνια

                                       Μανιατισσες στη Νομια.





                                             Μανιατισσα την ώρα του κυνηγιου με την Απόχη.





Πίσω από κάθε Δυνατή Γυναίκα

Βρίσκεται μια ζωή που δεν της άφησε άλλη επιλογή...

     Κάτω Γαρδενίτσα. Μανιατισσα Γυναίκα που ανάβει το εικονοστάσι εις μνήμη  της Μητέρας της.Ειναι η Μαρία Ριφουνά συζ. Παναγιώτη Ριφουνά,τος γέννος Παναγιώτη(Πότη) Σαλίχου κ Σταυρούλας από τον πολεμίτα Φωτο:Google maps
Γυναίκες Μανιατισσες σε χωράφι (κοντά στη Παλιά  Δεξαμενή της Γαρδενιτσας επί του κεντρικού δρόμου Αρεοπολης-Κοιτας) με ποδιές εν ώρα Μαζεματος κ κλαδέματος των ελιών.Κασσιανή Γεωργοπούλου του Μιχαήλ (Αριστερα) κ Ευγενία Γεωργοπούλου Του Μιχαηλ(Δεξιά) .Κάτω Γαρδενίτσα 2012 Φώτο:Γ.Μπεκακος

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο Όρκος Των Μανιατών στις 17 Μαρτίου 1821 στην ΑΡΕΟΠΟΛΗ.. Πώς ξεκίνησε η Επανάσταση..

Η ΜΑΝΙΑΤΙΣΣΑ: ΑΛΙΚΗ ΒΟΥΓΙΟΥΚΛΑΚΗ